cover

View large picture

blast from the past

Coil

Horse Rotorvator

(Force & Form)

CD, Βινύλιο, Κασέτα
Κυκλοφορία: 1986
Electronica, Industrial


Force & Form 1986 / Relativity 1986 / Les Disques du Soleil et de l'Acier 1987 / Recordvox 1987, 2011 / Some Bizzare 1997 / ArsNova 2000 / Threshold House 2001

Peter 'Sleazy' Christopherson (1955-2010)Ο δίσκος του Blast From The Past αυτής της βδομάδας ίσως ξενίσει πολλούς αναγνώστες του Wild Thing, αλλά θεωρούμε ότι υπήρξε κι ακόμη είναι βασικό σημείο αναφοράς για πολλούς μουσικούς του ροκ φάσματος των τελευταίων τριών δεκαετιών, ειδικά αυτούς που έχουν ενσωματώσει industrial στοιχεία στον ήχο τους, οπότε έχει αυτοδικαίως μία θέση στις προτάσεις μας που έρχονται από το παρελθόν. Το Horse Rotorvator των βρετανών Coil όμως δεν νομίζουμε ότι είναι απλά ένα κομμάτι από το ιστορικό αρχείο. Ακόμη και σήμερα όταν το ακούς - 28 χρόνια μετά την ηχογράφησή του - έχει την ικανότητα να σε αιχμαλωτίζει στον κόσμο της τρέλας και της παρακμής που περιγράφει.

Η προϊστορία του με λίγα λόγια...

Ο Peter 'Sleazy' Christopherson, γραφίστας, σχεδιαστής, φωτογράφος και πρώην συνεργάτης της διάσημης γραφιστικής ομάδας Hipgnosis (εκτός από μουσικός), υπήρξε ένα από τα αυθεντικά μέλη των Throbbing Gristle, οι οποίοι πρέπει να χαρακτηρίζονται ανάμεσα στα ανάλογα πειραματικά σχήματα από την Αγγλία στα τέλη των 70s μάλλον άνετα ως οι «πατέρες» της industrial μουσικής. Όταν ο Chris Carter και η Cosey Fanni Tutti από τους τελευταίους έφτιαξαν τους Chris & Cosey, οι άλλοι δύο - ο Genesis P. Orridge και ο Christopherson - εφηύραν τους Psychic TV... ώσπου στο σκηνικό μπήκε και ο Geoff Rushton, που χρησιμοποιούσε το «καλλιτεχνικό» ψευδώνυμο 'John Balance', ως συνεργάτης των Psyhic TV και... «έτερον ήμισυ» του Christopherson. Οι δύο τους συνεργάζονται αρχικά και σε άλλα πρότζεκτ, πρώτα με τον John Gosling στους Zos Kia κι έπειτα με τον Boyd RiceNon) ως Sickness of Snakes, προτού το 1984, όσο δούλευαν για το πρώτο τους maxi single ως ντουέτο, το "How to Destroy Angels", κατασταλάξουν στο σχήμα των Coil μέσα από το οποίο τελικά έφτασαν να κυκλοφορήσουν επί δύο δεκαετίες δεκάδες δίσκους συνεργαζόμενοι κατά περίπτωση με πολλούς, λιγότερο ή περισσότερο γνωστούς μουσικούς με ανάλογες ανησυχίες. Την ίδια χρονιά (1984) κυκλοφόρησαν και το πρώτο τους κανονικό άλμπουμ στη Some Bizzare, το περίφημο Scatology, που λόγω τίτλου, στίχων, αιθητικής και των ενίοτε ακραίων ηχητικών πειραματισμών που περιείχε σόκαρε και άφησε εποχή. Αν όμως το Scatology, στρατευμένο με τον τρόπο του και επιθετικό, συνόψιζε πολύ καλά το στίγμα της underground electronica της εποχής του, νομίζω ότι το Horse Rotorvator, o επόμενος μεγάλης διάρκειας δίσκος τους από το 1986, ήταν που έδειξε ότι οι Coil θα έμεναν στην ιστορία ως μια καλλιτεχνική οντότητα που δημιούργησε δίσκους με καθαρή μουσική αξία, πέραν των μηνυμάτων που προωθούσαν (τα οποία μπορούσε και να μην σε αφορούν) και ανεξάρτητα από τα μέσα παραγωγής ήχων που χρησιμοποιούσαν - αν και δεν πρέπει να υποτιμηθεί και η γενικότερη συνεισφορά του Christopherson ως πρωτοπόρου της industrial / electronica ηχοπαλέτας.

John Balance (1962-2004)Στο διαβολικό Horse Rotorvator οι Coil έκαναν πολλά βήματα από την «σκατολογία» προς τη σουρρεαλιστική εσχατολογία. Το «σοκ και δέος» του Scatology, που ωστόσο συνέχισε να υπάρχει και στο δεύτερο δίσκο σε ορισμένα σημεία (λ.χ. στο "The Anal Staircase" ή στο μανιώδες "Circles of Mania", όπου τα «πνευστά» του συμμετέχοντος Jim 'Foetus' Thirlwell οδηγούν τον Balance σε επιληπτικό επεισόδιο) αντικαθίσταται από μια περίεργη χαλάρωση, μια ατμόσφαιρα που σε οδηγεί βήμα προς βήμα προς την κόλαση. Ακόμα και όταν διασκευάζουν Leonard Cohen ("Who by Fire") με τον Marc Almond σε ρόλο αγγέλου με ουρίτσα να άδει σε πρώτο και δεύτερο επίπεδο...

Ακόμα και η φωτογραφία με το μοναχικό gazebo αργά το απόγευμα στο εξώφυλλο είναι με τον τρόπο της υποβλητική, συνδυαζόμενη δε με το κόνσεπτ ότι o 'horse rotorvator' είναι μια σατανική μηχανή φτιαγμένη από τα σαγόνια των αλόγων των περίφημων τεσσάρων καβαλάρηδων της Αποκάλυψης, η οποία από το παρασκήνιο κινεί νήματα στον κόσμο μας, και επίσης με την απόκοσμη μουσική σε κομμάτια όπως τα "Ostia (The Death of Pasolini)", "Penetralia", "Blood from the Air", "The Golden Section" και την φοβερή κατακλείδα του δίσκου "The First Five Minutes After Death" οδηγεί τον ακροατή  σε μια εμπειρία που αποτυπώνεται άμεσα στον εγκέφαλό του και δεν ξεχνιέται εύκολα. Το Horse Rotorvator είναι ένας δίσκος electronica που σε αφήνει εμβρόντητο αν δεν έχεις ασχοληθεί προηγούμενα ιδιαίτερα με το 'genre' - όπως ίσως και το Eskimo των Residents - άνετα δε κατατάσσεται στα σημαντικότερα άλμπουμ που κυκλοφόρησαν τη δεκαετία του '80 και τα βασικότερα άλμπουμ ηλεκτρονικής μουσικής εν γένει.

Η εωσφορική ατμόσφαιρα του Horse Rotorvator θα εξερευνιώταν έτι περαιτέρω στο μέλλον από τους Coil, όταν λ.χ. έγραφαν μουσική για το εφιαλτικό Hellraiser του Clive Barker (1987), αφήνοντας εποχή. Οι Coil συνέχισαν και μετά να παράγουν συναρπαστική μουσική μέχρι το 2004, χρονιά θανάτου του John Balance. O Peter Christopherson πέθανε κι αυτός το 2010, έχοντας προηγούμενα προλάβει να κυκλοφορήσει τις τελευταίες τους ηχογραφήσεις ενώ παράλληλα δούλευε και πάνω σε προσωπικά του πρότζεκτ (The Threshold HouseBoys Choir, Soisong). Έτσι πριν τέσσερα χρόνια έκλεισε ερμητικά το κεφάλαιο 'Coil'. Καθώς δε έχουν αμφότεροι αποδημήσει χωρίς απογόνους και στενούς συγγενείς, πρέπει κάποιοι να αναλάβουν τώρα να λένε την ιστορία τους και στις επόμενες γενεές μουσικόφιλων... -- Laertis

Wild Thing homepage