8miles

Bevis Frond leaving London: Ο βάρδος πήγε εξοχή

[Laertis - 09/04/12]

Read english text

H κυκλοφορία πέρσι καινούριου δίσκου από τους Bevis Frond ήταν για μένα προσωπικά ένα από τα πιο ευχάριστα γεγονότα της χρονιάς. Πάνω που είχα απογοητευτεί και πίστευα πως ο κύριος Saloman είχε βάλει την κιθάρα στη γωνία του σπιτιού του να αραχνιάζει.

Από την εποχή του τελευταίου του δίσκου, Hit Squad (2004), είχαν - βλέπετε - μαζευτεί πολλά χρόνια και η έλλειψη νέου υλικού των Frond είχε πια γίνει αισθητή, τουλάχιστον σε εμάς που εξακολουθούσαμε να τηρούμε το έθιμο να παρακoλουθούμε κάθε του κίνηση κάθε χρόνο. Η έλλειψη αυτή ήταν ικανή για να αποδείξει ότι, παρόλη τη γκρίνια που είχε ακουστεί πριν στον περίγυρό μας, ότι δηλαδή οι Bevis Frond είχαν εξελιχθεί σε μία οικιακή βιομηχανία παραγωγής τελικά ποπ τραγουδιών μακριά από τις μαλλιαρές μέρες των θρυλικών δίσκων Miasma και Inner Marshland, αυτή η μακρυμάλλικη «ποπ» τελικά μας αφορούσε και μας ενδιέφερε πολύ περισσότερο από ό,τι συνειδητοποιούσαμε όταν ακόμα το συγκρότημα ήταν τακτικό στις συναντήσεις του μαζί μας. Στην τελική και οι Beatles «ποπ» ήταν, αλλά και για τον Bob Dylan μετά από μισό αιώνα κανείς δεν θα μπορούσε να πει στα σοβαρά ότι δεν ενδιαφέρει αυτό που (περισσότερο ή λιγότερο) σταθερά κάνει. Οι Bevis Frond και ο Nick Saloman ήταν μάλλον το αντίστοιχο σημείο αναφοράς για ανθρώπους σαν εμάς - με τα μουσικά μας γούστα θέλω να πω - στη γενιά και την εποχή μας.

Για αυτούς τους λόγους μια κουβέντα με τον παλιό μας φίλο φαίνονταν το αναπόφευκτο πρώτο βήμα για την επιστροφή μας στην ενεργό δράση με το Wild Thing (12 χρόνια μετά το The Thing). Ο Nick Saloman, όπως πάντα, υπερπρόθυμος, να απαντήσει στις ερωτήσεις. Μετά από μια ανταλλαγή νέων για κοινούς γνωστούς, ιδού τι μας είπε:

Wild Thing: Πώς είναι η ζωή εκτός Λονδίνου; Απ’ ό,τι ακούμε στο ‘The Leaving of London’ πρέπει να περνάς καλά.

Nick Saloman: Ναι, η ζωή είναι ωραία για την ώρα. Περνάμε πραγματικά καλά στο Hastings. Είναι μόνο 90 λεπτά ταξίδι απ’ το Λονδίνο, στο οποίο πάω κάθε βδομάδα για να δω ποδόσφαιρο, να επισκεφθώ φίλους, κ.τ.λ. Έτσι δεν μου λείπει πολύ.

WT: Τι συνέβη μετάξυ του ‘Hit Squad’ (του προηγούμενου άλμπουμ) και του 'The Leaving of London'; Η δική μας ζωή όλον αυτό τον καιρό χωρίς νέο υλικό των Bevis Frond ήταν αποφασιστικά φτωχότερη. (σσ. Η αλήθεια είναι ότι στη διάρκεια των 2000s σε μας τους κάπως παλιότερους δεν μας είχαν μείνει και πολλά πράγματα για να φχαριστηθεί η ψυχή μας - κάνα Ozrics μόνον και δυστυχώς όχι Bevis).

NS: Όταν τελείωσα το ‘Hit Squad’ η αλήθεια είναι ότι είχα λίγο βαρεθεί να κάνω μουσική. Αισθάνθηκα ότι το πάλευα για χρόνια και χρόνια και είχα φτάσει σε ένα σημείο που δεν διασκέδαζα πια πολύ με την όλη διαδικασία. Αισθανόμουνα ότι επαναλάμβανα το ίδιο πράγμα πάλι και πάλι ξανά, γράφοντας τα ‘ίδια’ τραγούδια, παίζοντας στα ίδια venues, και σκέφτηκα πως αν είχα αρχίσει να βαριέμαι, αυτό τελικά θα φαινόταν και στη μουσική μου. Έτσι σκέφτηκα ότι χρειάζομαι ένα διάλειμμα. Μετά αρρώστησε και η μαμά μου από καρκίνο χωρίς ελπίδα να ζήσει και έτσι άρχισα να ξοδεύω πολύ χρόνο μαζί της και όταν πέθανε, αποφασίσαμε με την Jan (σσ. τη γυναίκα του) να πουλήσουμε το σπίτι μας στο Λονδίνο και να μετακομίσουμε μετά από 30 χρόνια στο ίδιο σπίτι. Όταν τελικά εγκατασταθήκαμε εδώ που είμαστε τώρα και τακτοποιηθήκαμε, άρχισα πάλι να αισθάνομαι πιο ζεστός για ένα καινούριο άλμπουμ. Πάντα ήξερα ότι θα κάνω κάποιο νέο δίσκο. Απλά δεν συνειδητοποίησα ότι θα περνούσαν 7 χρόνια πριν ξαναβρώ τον ενθουσιασμό μου γι’ αυτό!

WT: Πώς αποφάσισες να γράψεις ένα τραγούδι για τον Johnny Kwango, έναν παλαιστή; Έχω βέβαια διαβάσει ότι ήταν ενδιαφέρον τύπος. (σσ. Ο Johnny Kwango ήταν ένας βρετανός παλαιστής που πέθανε σε μεγάλη ηλικία το 1994 και ο οποίος είχε μια ενδιαφέουσα προσωπικότητα καθώς ήταν παράλληλα χορευτής και μουσικός, φαν της φωτογραφίας, ερασιτέχνης ραδιοφωνικός παραγωγός και συλλέκτης δίσκων jazz).

NS: Για την ακρίβεια δεν σκόπευα να γράψω ένα τραγούδι συγκεκριμένα για τον Johnny Kwango. Απλά ήρθε και κόλλησε. Ποτέ δεν προσχεδιάζω τα τραγούδια που γράφω. Είναι σα να γράφω αυθόρμητα. Ποτέ δεν ξέρω το θέμα τους πριν φτάσω περίπου στη μέση, οπότε καταλαβαίνω που ακριβώς πάει το πράγμα. Με το  “Johnny Kwango”, όταν κατάλαβα ποιο θα ήταν το νόημα του τραγουδιού, έψαξα για ένα πρόσωπο που συμβόλιζε την συνέπεια με το πέρασμα του χρόνου και για κάποιο λόγο μου ήρθε στο μυαλό ο συγκεκριμένος άνθρωπος.

WT: Μπορείς να μοιραστείς μαζί μας λίγες «εσωτερικές» πληροφορίες για το τι ενέπνευσε κάθε τραγούδι του 'The Leaving of London'; Μερικές «σημειώσεις» του συγγραφέα, έναν υπότιτλο έστω...

NS: Αυτό που ρωτάς είναι δύσκολο. Δεν νομίζω ότι υπάρχει ένας συνδετικός ιστός πίσω από τα τραγούδια του δίσκου, παρά το γεγονός ότι στέκονται καλά σαν σύνολο. Αλλά OK: To “Johnny Kwango” εξηγεί πώς κάποια πράγματα παραμένουν σταθερά όταν ο κόσμος γύρω τους αλλάζει. Το “Speedboat” περιγράφει μια σχέση στην οποία το ένα μέρος τρέχει μπροστά ενώ το άλλο προσπαθεί σκληρά να ακολουθήσει. Το “An Old Vice” περιγράφει πώς οι άνθρωποι γυρίζουν ξανά και ξανά σε πράγματα που μάλλον δεν τους κάνουν καλό. Tο θέμα του “More To This Than That” είναι προφανές. Μιλάει για τη ζωή, η οποία πρέπει να έχει και κάποιο άλλο περιεχόμενο από το να κυνηγάς κάτι ή να κρύβεσαι. Το “The Leaving of London” δεν χρειάζεται εξήγηση (σσ. προφανώς). Το “Hold the Fort” περιγράφει την κατάστασή μου να μην παίζω ή να ηχογραφώ μουσική επί 7 χρόνια. Το “Why have You Been Fighting Me” έχει να κάνει με την αντιπαλότητα. Το “The Divide” περιγράφει το πόσο εύθραυστη μπορεί να είναι η αγάπη. Το “Reanimation” μιλάει για το «κουδουνάκι» που χτύπησε για να αρχίσω να ηχογραφώ και να παίζω πάλι μουσική. Το “Stupid Circle” μιλάει για τα λεφτά και το πως ποτέ δεν μας φτάνουν. To “Son Of A Warm Gun” είναι για τον John Lennon. (σσ. άλλωστε υπάρχει και το “Happiness Is a Warm Gun” στο white album...) To “Barely Anthropoid” είναι μια πολυλογία για τη ζωή. Το “Testament” είναι ένα είδος ιστορίας φαντασμάτων για την αγάπη που κρατάει και μετά θάνατον. Το “You’ll Come” περιγράφει πόσο προβλέψιμοι μπορεί να είναι οι άνθρωποι. To “Preservation Hill” λέει για το πώς είναι να γερνάς. Το “Heavy Hand” περιγράφει το περίεργο και άβολο αίσθημα που μπορεί να έχεις όταν βρίσκεσαι με άλλους ανθρώπους. Το “Too Kind” περιγράφει την κατάσταση που, όταν κάνουμε κάτι, περιμένουμε οι άλλοι να είναι επικριτικοί, αλλά όταν τελικά η κρίση τους είναι ότι είμαστε αρκετά καλοί, εμείς νευριάζουμε γιατί μας βρίσκουν μόνον αρκετά καλούς και όχι «πάρα πολύ καλούς». Τέλος, το “True North” βασικά λέει ότι αν συνεχίζεις να προσπαθείς και να παραμένεις πιστός στις ιδέες σου, στο τέλος θα ανταμοιφθείς κάπως.

WT: Προσωπικά μου αρέσουν οι «ανάποδες» κιθάρες και τα κλασικά «ψυχεδελικά» τρικ παραγωγής σε τραγούδια όπως το “Speedboat”. Αλλά πολλά τραγούδια του τελευταίου δίσκου έχουν μια βασική, λιτή παραγωγή (λ.χ. “The Leaving...”, “The Divide”, “Testament”, “True North”, κ.ά.). Τα τραγούδια αυτά είναι εξαιρετικά όμορφα, αλλά η έλλειψη «ψυχεδελικής» επένδυσης είναι πιθανόν να τα κάνει λιγότερο ενδιαφέροντα για τους τρελλαμένους φαν του ψυχεδελικού ήχου παρά την πραγματική τους αξία. Για την ακρίβεια αυτή είναι μια ερώτηση που θα ήθελα να σου κάνω εδώ και πολλά χρόνια. Με τον καιρό τα άλμπουμ των Bevis Frond έχουν γίνει περισσότερο ‘lo-fi’ και λιγότερο «ψυχεδελικά». Αυτό έγινε συνειδητά για να αναδειχτούν καλύτερα τα τραγούδια ή απλά βαρέθηκες να αναπαράγεις μια παλιά συνταγή; (σσ. κλασική προβοκατόρικη ερώτηση)

NS: Μέρος του λόγου για τον οποίο κάνεις ένα δίσκο είναι το να είσαι ειλικρινής και εντάξει με τον εαυτό σου. Δεν νομίζω ότι μπορείς να πεις κάτι αν παράλληλα ανησυχείς αν τα τραγούδια σου είναι λ.χ. αρκετά ψυχεδελικά ή όχι. Φυσικά, θέλω οι άνθρωποι που αγοράζουν τους δίσκους μου να περνάνε καλά με τη μουσική μου, αλλά πραγματικά πιστεύω ότι καταλαβαίνουν ότι δεν προσπαθώ να εξαπατήσω κανέναν, ούτε υποτιμώ ποτέ τη νοημοσύνη τους. Στην πραγματικότητα, νομίζω ότι ένας λόγος για τον οποίο οι Bevis Frond έχουν υπάρξει τόσο δημοφιλείς, είναι το γεγονός ότι πάντα χαράζω το δικό μου δρόμο. Δεν συμβιβάζομαι, δεν ακούω συμβουλές και δεν κάνω ποτέ πράγματα που δεν θέλω να κάνω. Έτσι όταν έγραψα και αυτόν το δίσκο, έκανα ό,τι αισθάνθηκα ότι ήταν σωστό στη δεδομένη στιγμή. Αυτό είναι όλο. Τίποτε περισσότερο ή λιγότερο. Υπήρχαν κάποια τραγούδια που χρειάζονταν μια πολύ λιτή συνοδεία, ενώ κάποια άλλα κέρδισαν κάποια πράγματα από τις «ανάποδες» κιθάρες και τα άλλα εφέ. Αλλά γενικά το άλμπουμ σε μεγάλο βαθμό είναι ηχογραφημένο περίπου όπως θα το έπαιζα live. Αν είχα αποφασίσει να μπω στο στούντιο και να χτίσω μια παραγωγή με ανάποδες ταινίες, phasing, κ.τ.λ. θα έβγαινε κάτι εντελώς διαφορετικό. Σε κάποιους ανθρώπους όντως αυτό θα άρεσε περισσότερο, αλλά είχα μαζέψει κάποια τραγούδια και απλά τα ηχογράφησα όπως πίστευα ότι θα ήταν καλύτερα. Γενικά, ο κόσμος το εκτίμησε αυτό και αγάπησε το δίσκο, αλλά φαντάζομαι ότι υπάρχουν και μερικοί που θα ήθελαν να έχει και κάνα δυο 19λεπτα freakout. Όμως δεν μπορείς να ευχαριστείς τους πάντες όλη την ώρα.

WT: Έχεις αναστήσει την ετικέτα της Woronzow για την κυκλοφορία του “The Leaving...”. Έχεις και τίποτε άλλα σχέδια γι’ αυτήν ή θα την χρησιμοποιείς μόνον για μελλοντικές κυκλοφορίες των Bevis Frond; Μήπως σκέφτεσαι για παράδειγμα κανένα νέο Acid Jam; (σσ. κλασική υποβολιμιαία ερώτηση)

NS: Για την ώρα δεν έχω σχέδια να ηχογραφήσω κάποιον άλλο μουσικό, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα το κάνω και ποτέ. Η ιδέα ενός “Acid Jam 3” είναι ίσως καλή...

WT: Τι είδους μουσική ακούς αυτόν τον καιρό; Σε ενδιαφέρουν καθόλου τίποτα νέες μπάντες ή τραγουδοποιοί; Ποιοι;

NS: Πάντα ακούω μουσική και ακούω πολλά καινούρια πράγματα μέσω της ραδιοφωνικής εκπομπής που κάνω με τον Paul Simmons κάθε βδομάδα για τον σταθμό WMBR της Βοστώνης. Υπάρχει μια σπουδαία νέα βρετανική μπάντα που λέγεται Admiral Sir Cloudesley Shovell και μου έστειλαν επίσης ένα ωραίο demo μιας κοπέλας από την Αμερική που λέγεται Denise Hradecky. Για να είμαι πάντως ειλικρινής, έχω την τάση να ακούω παλιότερα πράγματα την πιο πολλή ώρα.

WT: Μετά από περισσότερο από έξι δεκαετίες, αισθάνεσαι κάποιες φορές ότι η μουσική που αγαπάμε έχει γίνει ένα είδος δεινοσαύρου, εκθέματος μουσείου; Ή μήπως πιστεύεις ότι οι κοινωνικές εξελίξεις των τελευταίων χρόνων (η οικονομική κρίση, η κοινωνική αναταραχή, κ.τ.λ.) θα μπορούσαν πιθανά να πυροδοτήσουν ένα νέο ξεκίνημα για πραγματική rock'n'roll μουσική;

NS: Όχι, φυσικά δεν πιστεύω ότι η μουσική που αγαπάμε είναι μουσειακή. Αυτό θα σήμαινε ότι και εμείς όλοι θα είχαμε γίνει μουσειακά είδη, κι αν είναι έτσι, τότε πρέπει να μαζευτούμε και να περιμένουμε να πεθάνουμε. Αγαπάω αυτή τη μουσική με πάθος, όπως κάνουν και άλλοι, και άρα είναι ζωντανή. Θα μπορούσες να πεις επίσης ότι και το blues ή η jazz ανήκουν στο μουσείο. Η μουσική όμως είναι μουσική, είναι καλή ή κακή. Αν προσπαθείς να την κατατάξεις σε είδη και να την κατηγοριοποιήσεις με βάση τι είναι της μόδας και τι όχι, τότε πέφτεις στην παγίδα που σου στήνουν οι μεγάλες επιχειρήσεις και οι ηλίθιοι άνθρωποι της μόδας. Πριν 30 χρόνια η art deco δεν ήταν της μόδας. Αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να κατεδαφίσουμε όλα τα κτίρια art deco; Πιθανόν να έπρεπε να κάψουμε όλη τη μοντέρνα τέχνη. Είναι μια γελοία υπόθεση. Αγαπάμε την μουσική που αγαπάμε γιατί είναι υπέροχη και αυτό είναι αρκετό για να συνεχίζει να υπάρχει.

WT: Τι σχέδια έχεις για τους επόμενους μήνες (συναυλίες, κ.τ.λ.);

NS: Δεν έχω και πολλά σχέδια αυτή τη στιγμή. Έχω ένα σίνγκλ που θα κυκλοφορήσει σε περιορισμένη έκδοση για την Record Store Day και είναι πιθανό να έρθουμε για μία ή δύο συναυλίες στην Ελλάδα αργότερα φέτος αλλά δεν είναι ακόμα κλεισμένο. Α, επίσης έχουμε ηχογραφήσει μια διασκευή του ‘China’ των Electric Sandwich για μια συλλογή με διασκευές kraut rock της Fruits De Mer Records με τίτλο ‘Head Music’.

WT: Υπάρχει κάτι που θα ήθελες να πεις στους πολλούς φαν που έχεις στην Ελλάδα;

NS: Πρώτα από όλα, τους ευχαριστώ πολύ για την υποστήριξή τους ανά τα χρόνια. Πάντα περνούσαμε καλά στη Ελλάδα και ελπίζω ότι θα γυρίσουμε εκεί να παίξουμε για σας αργότερα μέσα στη χρονιά. Ύστερα, ελπίζω ότι οι δυσκολίες που αυτήν την ώρα αντιμετωπίζει η πατρίδα σας δεν θα σας κάνουν τη ζωή πολύ άσχημη. Αγαπάμε τη χώρα σας και τους ανθρώπους της και πραγματικά δεν αξίζετε αυτή την κατάσταση. Αυτή είναι αποτέλεσμα απληστίας και κακοδιαχείρισης και, ενώ θα πίστευε κανείς ότι η Ευρώπη και οι διάφορες κυβερνήσεις της θα μάθαιναν από τα επαναλαμβανόμενα λάθη τους, φαίνεται ότι τα πράγματα ποτέ δεν αλλάζουν.

WT: Μήπως έχεις ήδη αρχίσει να γράφεις τραγούδια για ένα νέο δίσκο; (Στην πραγματικότητα δεν ρωτάω, παρακαλάω...)

NS: Γράφω τραγούδια όλη την ώρα και όταν μαζέψω αρκετά που είναι πραγματικά καλά, τότε συνήθως αυτά γίνονται ένα ακόμα άλμπουμ. Ο τελευταίος δίσκος μου κόστισε αρκετά λεφτά για να τον βγάλω και, αν και πούλησε καλά, δεν έχω ακόμα πάρει τα λεφτά μου πίσω. Οπότε νομίζω ότι θα περιμένω να μαζέψω λεφτά πριν κάνω τον επόμενο δίσκο.

Εδώ κάπου τελειώνει για την ώρα η κουβέντα. Στέλνουμε τα χαιρετίσματά μας στον Ade (Shaw) και υποσχόμαστε συνεχή επικοινωνία. Είναι σίγουρο πως θα παρακολουθήσουμε την υπόθεση των εμφανίσεων των Bevis Frond στην Αθήνα φέτος από κοντά...

Ακολουθεί το κείμενο της συνέντευξης στα Αγγλικά:

Life without new Bevis Frond product for about seven years proved to be seriously worse. Up to that point we had not realized how much we depended on the (almost) annual Saloman song-writing dose. The man defined our generation or at least the part of it which was into the particular kind of music that we used to support through The Thing in the old days and we now plan to support through Wild Thing. An interview with Νick Saloman seemed to be the inevitable first step before launching our new venture into fanzine territory:

Wild Thing: How is life out of London? (in Hastings) From what we listen to in 'The Leaving of London' it must be good.

NS: Yes, life is pretty good at the moment. We’re really enjoying Hastings. It’s only 90 minutes from London and I go up every week for football, and to see friends etc., so I don’t miss it very much.

The Bevis Frond nowWT: What happened between 'Hit Squad' and 'The Leaving of London'? Our life without new Bevis Frond songs all this time was decidedly poorer.

NS: After I did Hit Squad, I have to admit I felt a bit fed up with doing music. I felt like I’d been bashing away for years and years, and I wasn’t really enjoying it very much. I felt like I was just doing the same old thing over and over again, writing the same old songs, playing the same venues, and I thought if I was getting bored, then it would definitely come across in the music. So I thought I needed a break. Then my Mum got ill with terminal cancer, so I spent a lot of time with her, and when she died, Jan & I decided to sell our home in London and move after 30 years in the same place. Once we got settled in here, I felt a bit more up for doing a new album. I always knew I’d do another record, I just didn’t realize it was going to be 7 years before I felt enthusiastic again!!

WT: How did you decide to write a song about Johnny Kwango, a wrestler? (I've read he was an interesting fellow).

NS: Well, I didn’t plan to write a song about Johnny Kwango. It just kind of fell into place. I never plan songs, I just write sort of spontaneously. I never know what they’re about until I’m about half way through, and then I get a handle on where it’s going. With JK, once I figured out what the song was about, I was looking for a figure who kind of represented consistency over the passing of time and for some reason Johnny Kwango sprung to mind.

WT: Can you give us a little insight for the inspiration behind each of 'The Leaving of London' songs? A few words from the author, a sub-title...

Saloman singingNS: That’s pretty difficult. I don’t think there’s a thread really, though I think the songs hang together quite well. Okay: "Johnny Kwango" was about how some things remain constant while the world changes around them. "Speedboat": that’s about a relationship where one side is flying ahead, and the other side is struggling to keep up. "An Old Vice": that’s about how people keep returning to things that maybe do them no good. "More To This Than That"; is pretty obvious, it’s about life: there’s got to be more than hiding and chasing. "The Leaving Of London": needs no explanation really. "Hold The Fort" was kind of about not playing or recording for 7 years. "Why have You Been Fighting Me" was about rivalry. "The Divide" is about how fragile love can be. "Reanimation" is about getting the buzz for recording and gigging back. "Stupid Circle", that’s about money and how we can never have enough. "Son Of A Warm Gun" is about John Lennon. "Barely Anthropoid" is just a rant at life. "Testament" is a kind of ghost story about love enduring after death. "You’ll Come" was about how predictable people are. "Preservation Hill" is about getting old. "Heavy Hand" is about being awkward and uncomfortable with other people. "Too Kind" was about how we always expect to be criticised whenever we do anything, and often the response is quite good, but then we get pissed off because the criticism is just quite good and not very good. "True North" basically says if you keep on trying and stick to what you really believe in you’ll get some kind of reward in the end.

WT: I love the backwards guitars and the classic 'psychedelic' tricks in songs like 'Speedboat' but a lot of songs on the alb have a basic, trimmed down arrangement (The Leaving..., The Divide, Testament, True North, etc.). These songs are extremely beautiful but lacking the psych-garb generate less interest to demented psych-fanatics than they actually could and should. It is a long time now that I want to ask about this. The 'lo-fi' approach to Bevis Frond albums has prevailed over the years. Why? Do 'psych' production tricks harm great songwriting? Or did you decide not to repeat old recipes?

NS: Part of doing an album is about being true to yourself. I don’t think you can make a real statement if you’re worrying about whether a song is psychedelic enough or not. Of course, I want the people who buy the records to enjoy what I do, but I really believe they know that I never rip people off or under-estimate their intelligence. In fact, I think that part of what makes The Frond as popular as it is, is that I always plough my own furrow. I don’t compromise, I don’t listen to advice and I don’t ever do things I don’t want to do. So when I made this record I just did what felt right at the time. That’s it. Nothing more or less. There were some songs that only needed a very spare backing, and there were others that benefitted from a bit of backwards guitar and effects. But the album is a pretty much live-sounding affair. If I’d have gone into the studio and built the album round backwards tape and phasing etc. it would have been a completely different thing. Some people might have liked it better, but I had a bunch of songs and I did them the way I thought was best. Generally, people have really appreciated that and loved the record, but I guess there are some who thought it could have done with a 19 minute freakout or two. You can’t please everyone all the time.

WT: You've resurrected the Woronzow label for 'The Leaving'. Have you got any plans for it, other than releasing Bevis Frond material in the future? An Acid Jam for example?

NS: At the moment there are no plans to record anyone else, but that doesn’t mean I never will. An Acid Jam 3 might be a nice idea.

WT: What kind of music are you listening to these days? Are you at all interested in any new bands, songwriters? Which ones?

NS: I’m always listening to music, and I hear quite a lot of new stuff through my radio show (Paul Simmons & I do a show every week for WMBR, Boston). There’s a great new UK band called Admiral Sir Cloudesley Shovell and I had a lovely demo from a girl in the USA called Denise Hradecky. To be honest, though, I tend to listen to older stuff most of the time.

Nick Saloman in 1989WT: After more than six decades, do you feel that the music we love has become some sort of a dinosaur, a museum piece? Or do you believe that the latest social developments (economic crisis in the western world, social unrest, etc.) could possibly trigger a new era for true rock'n'roll?

NS: No, of course I don’t feel the music we love is a museum piece. That would make us all museum pieces ourselves, and then we might as well just curl up and die. I love it with a passion, as do countless others, and therefore it lives. You might as well say blues or jazz belongs in a museum. Music is music, good or bad. If you try to split it into genres and then categorise them by what is hip and what isn’t, you’re just falling into the trap set for you by big business and stupid fashionistas. Art deco wasn’t hip 30 years ago, does that mean we should have demolished all the art deco buildings? Maybe we should have burnt all modern art. It’s a ridiculous premise. We love the music we love because it’s wonderful, and that should be more than enough to justify its continued existence.

WT: What are your plans for the upcoming months (scheduled gigs, etc.)?

NS: I haven’t got a lot planned at the moment. I’ve got a limited edition single coming out for Record Store Day, and it’s possible we’ll be coming to Greece for a show or 2 later in the year, but that’s not confirmed yet. Oh, and we’ve recorded a cover of Electric Sandwich’s ‘China’ for a Fruits De Mer compilation of Krautrock covers called ‘Head Music’.

WT: Is there anything that you'd like to say to your numerous fans in Greece?

NS: Well, firstly, thank you so much for your support over the years. We’ve always had a great time in Greece, and hopefully we’ll be back to play for you later in the year. Secondly, I hope the difficulties your country finds itself in at the moment doesn’t cause life to be too terrible. We love your country and its people, and you really don’t deserve this garbage. It’s all the result of greed and mismanagement, and one would think that Europe and its various governments would learn from their repeated errors, but things never seem to change.

WT: Have you already started to write songs for a new album? (Not a question actually, more of a plea)

NS: I write songs all the time, and when I have enough songs I think are really good, that usually becomes an album. The last record cost a lot of money to make, and though it’s sold well, I haven’t recouped my outlay yet. So I think I’ll have to wait till I’ve got my money back before I do another one.

I’d like to thank Nick for his politeness and willingness to answer to our questions. I believe that reading this will be an interesting experience to a lot of old Frond fans in Greece and I hope that through this Wild Thing will be able to expose a younger generation of music fans to Mr. Saloman’s amazing music machine. We promise to keep a close watch on all his future moves and expect to see Bevis Frond live in Athens before the year’s over. We are here to help this happen.


   

back to articles

περισσότερες στήλες