8miles days of wine and roses - home
του Θανάση "Μοτοσακού" Γιαννόπουλου

Μην πατάς τα μπλε σουέντ παπούτσια μου

Teddy boysΤο 1953 ήταν μια άγρια χρονιά για τις ΗΠΑ. Ο γερουσιαστής Μακάρθι είχε ήδη ξεκινήσει το κυνήγι των αριστερών εφαρμόζοντας το φασιστικό ρητό: «όποιος δεν είναι μαζί μας, είναι εναντίον μας». Ο Τζούλιους και η Έθελ Ρόζεμπεργκ εκτελέστηκαν τον Ιούνη εκείνης της χρονιάς. Και ο μέσος σκεπτόμενος Αμερικάνος έτρεμε τις «σταλινικές εκκαθαρίσεις» made in USA. Εκείνη τη ζοφερή χρονιά ένας περίεργος τυπάκος με φάτσα βουτυρομπεμπέ, ανέβασε στα τσαρτς το πρώτο rock'n'roll τραγούδι - ήταν ο Bill Haley με τους Κομήτες του και το κομμάτι λεγόταν "Crazy Man Crazy". Την ίδια χρονιά ο Lazlo Benedek παρουσίαζε στις κινηματογραφικές αίθουσες το Wild One (ταινία βασισμένη σε ένα διήγημα αναφορικά με τις συμμορίες μοτοσυκλετιστών που όργωναν την Αμερική). Πράγματι, εκείνη τη χρονιά η Αμερική κατάλαβε πως μαζί με την κρατική τρομοκρατία γεννιέται και η νεανική εξέγερση.

Τα μεγάλα χολυγουντιανά στούντιο έψαχναν πάντα τρόπους να προσεγγίσουν το νεανικό κοινό - οι teenage movies μύριζαν μονίμως εισιτήρια και κάπως έτσι συμπορεύτηκε η νεανική επαναστατικότητα της ροκ μουσικής με την κινηματογραφική της απεικόνιση. Εντός αλλά και εκτός Χόλυγουντ. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

Wild oneΤο Wild One ήταν στην ουσία ένα b-movie απ΄αυτά που υπόσχονταν «αίμα και σπέρμα» (όσο τους επέτρεπε ο αμερικάνικος πουριτανισμός βέβαια). Η ιστορία πίσω από την ταινία είχε να κάνει με τους βετεράνους που επέστρεψαν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο για να βρεθούν πεταμένοι στα σκουπίδια - άνεργοι, άστεγοι, σακατεμένοι κι απελπισμένοι. Κάμποσοι από αυτούς τους τρελαμένους ανθρώπους πήραν φτηνές μοτοσυκλέτες, τις μετέτρεψαν για ν΄αντέχουν στα πολλά χιλιόμετρα και άρχισαν να διασχίζουν τις Πολιτείες ψάχνοντας για δουλειά - δεν ήθελε πολύ το όλο θέμα για να καταλήξει στη δημιουργία συμμοριών. Γρήγορα επικράτησε πνεύμα αλληλεγγύης μεταξύ των συμμοριών (μια περίεργη αλληλεγγύη στηριγμένη στη βία). Η συνοχή αυτή μεταξύ των συμμοριών ενισχύθηκε από την άρνηση της ΑΜΑ (American Motorcycle Association) να τους εγγράψει στους καταλόγους μελών της. Το μότο της ΑΜΑ: «το 99% των μοτοσυκλετιστών είναι μέλη μας» δημιούργησε το περίφημο κίνημα του 1% (θα το έχετε δει γραμμένο στα μπουφάν των παλιών Hell’s Angels) - τις ομάδες μοτοσυκλετιστών δηλαδή οι οποίες ήταν απόβλητες ακόμα κι από την ομοσπονδία τους. Η ταινία, εκτός από το πιασάρικο θέμα, είχε κι έναν νεαρό πρωταγωνιστή που έκανε τα κοριτσάκια να ονειρεύονται προστυχιές και τα αγοράκια να ψάχνουν για δερμάτινα μπουφάν - το όνομά του, Marlon Brando. Βασιζόταν σε ένα πραγματικό γεγονός - την πρώτη μεγάλη συνάντηση του κινήματος του 1% στο Χόλιστερ της Καλιφόρνια. Στον δρόμο της επιστροφής από αυτή τη μεγάλη γιορτή (που κόντεψε να ισοπεδώσει το Χόλιστερ) δύο αντίπαλες συμμορίες πλακώνονται για ένα τρόπαιο το οποίο ο αρχηγός της μιας έχει κερδίσει κι ο αρχηγός της άλλης θέλει να αρπάξει. Κανένας δεν μπορεί να πει αν ήταν η μαγεία του Brando, το σενάριο, η ανάγκη των πιτσιρικάδων να αποκτήσουν ένα ελευθεριακό πρότυπο ή όλα μαζί - πάντως η ταινία έγινε σύμβολο των ανήσυχων teenagers. Ο ήρωας που ενσαρκώνει ο Brando είναι το απαύγασμα της ροκ στάσης ζωής, ειδικά όταν συνοψίζει την επιθετική απόγνωση με φράσεις σαν αυτή: «Πιστεύεις ότι είσαι πολύ σημαντική για μένα. Κανένας δεν είναι σημαντικός για μένα! Όποιον πιστεύει ότι είναι σημαντικός για μένα φροντίζω να τον πετύχω κάποια στιγμή και να τον κοπανήσω άσχημα. Τώρα, ας πούμε, θα μπορούσα να σε πλακώσω στα χαστούκια για να σου δείξω πόσο σημαντική είσαι για μένα και αύριο, που θα είμαι κάπου αλλού, να μη σε θυμάμαι καν». Η στιχομυθία μεταξύ του Brando και μιας από τις κοπέλες της συμμορίας έδωσε στη ροκ κουλτούρα το σήμα κατατεθέν της για τα επόμενα 30 χρόνια:

Μίλντρεντ: «Έι, Τζώννυ, απέναντι σε τι επαναστατείς τώρα;»

 Τζώννυ: «Τι έχεις πρόχειρο;»

Vic MorrowΔυο χρόνια αργότερα, το 1955, ήταν πλέον εμφανές ότι η νεολαία εξελισσόταν σε κινητήρια δύναμη της αγοράς. Αλλά η προσέγγιση του Χόλυγουντ παρέμενε σε επίπεδο b-movie, για να μην τρομάξουν και οι γονείς - έτσι; Οι ταινίες έπρεπε να μιλάνε για τους νέους αλλά παράλληλα να πήζουν στα ηθικά διδάγματα - κάτι τέτοιο ήταν το Blackboard Jungle του Richard Brooks. Ένας απόστρατος κομάντο πηγαίνει να διδάξει Φιλολογία (τι συνδυασμός!) σε κάποιο κακόφημο γυμνάσιο και πλακώνεται με τους απείθαρχους μαθητές. Σίγουρα η βαρετή μουράκλα του Glen Ford (ο οποίος υποδύεται τον καθηγητή) σε προδιαθέτει να τον αντιπαθήσεις (όσο κι αν το σενάριο προσπαθεί για το αντίθετο), ειδικά εφόσον απέναντί του, σε ρόλους κακών, υπάρχει ο θρυλικός Vic Morrow και ο τεράστιος Sidney Poitier - το έργο είναι τίγκα στην πουριτανική προπαγάνδα και τα ρατσιστικά στερεότυπα. Κι όμως! Αυτή η ταινία έδωσε το έναυσμα για την επανάσταση του rock'n'roll! Οι πιτσιρικάδες παρακολουθούσαν τις προβολές αγανακτισμένοι κι όταν στο τέλος έπεφτε ο ύμνος "Rock Αround the Clock" του Bill Haley, ανεβαίνανε πάνω στις καρέκλες και κατέστρεφαν τις αίθουσες χορεύοντας. Η πέτρα είχε ήδη αρχίσει να κυλάει και θα της έπαιρνε καμιά εικοσαετία για να χορταριάσει...

Rebel without a causeΗ πρώτη ταινία που αντιμετώπιζε τους νέους σαν κανονικούς ανθρώπους με ευαισθησίες (κι όχι σαν κανίβαλους που μόλις βγήκαν από τη ζούγκλα) ήταν το Rebel Without A Cause του τεράστιου σκηνοθέτη Nicholas Ray. Κι αυτή η ταινία κυκλοφόρησε το 1955 χαρίζοντας στo ροκ τον πρώτο του "άγιο" - έναν νεαρό με μπλαζέ βλέμμα (λόγω μυωπίας) που ονομαζόταν James Dean. Ο οποίος έπαιζε τον εαυτό του στην ταινία αυτή (και σε όσες πρόλαβε να κάνει μέχρι να σκοτωθεί) - ένα προβληματικό παιδί που δεν χώραγε πουθενά δηλαδή, έναν ευαίσθητο τύπο που πληγωνόταν εύκολα και γι΄αυτό γινόταν τρομερά απρόβλεπτος. Η υπόθεση της ταινίας αφορούσε τις πρώτες μέρες ενός καινούργιου μαθητή σε σχολείο όπου κυριαρχούσε μια παρέα τραμπούκων. Ο Dean κοντράρει μαζί τους για να προστατεύσει έναν καρπαζοεισπράκτορα συμμαθητή του, παίρνει το ομορφότερο κορίτσι της παρέας κι όλα αυτά χωρίς να δείχνει ότι νοιάζεται ιδιαίτερα - από την πρώτη σκηνή όπου οι γονείς του τον μαζεύουν μεθυσμένο από το αστυνομικό τμήμα, αυτός ο τύπος αδιαφορεί για όλα προσπαθώντας να κρύψει τις πληγές του. Μέσα από τις ατάκες της ταινίας κυκλοφορεί η νεανική απόγνωση. «Σ΄αυτό το σπίτι ζεις;» ρωτάει ο Dean την πιτσιρίκα Natalie Wood κι εκείνη του απαντάει: «Ποιος ζει;»

Αυτή η απόγνωση οδηγεί τους πιτσιρικάδες στα άκρα - πριν το 'chicken run' (τη φοβερή κόντρα με τα αυτοκίνητα που οδηγούνται μέχρι το χείλος του γκρεμού) ο αρχηγός της σχολικής συμμορίας λέει στον Dean: «Ξέρεις κάτι; Σε συμπαθώ». «Γιατί το κάνουμε αυτό;» τον ρωτάει ο Dean για να του απαντήσει ο άλλος απλά: «Κάτι πρέπει να κάνουμε - δε νομίζεις;»

Το πέρασμα από τη δεκαετία του ’50 σε αυτή του ’60 έμελλε να είναι και το τέλος της πρωτοπόρας αλλά μονοδιάστατης, γενιάς του rock'n'roll. Ο βασιλιάς Elvis Presley είχε ανεβάσει τους πιτσιρικάδες «στα κεραμίδια» για να τους προσγειώσει άτσαλα με την απόφασή του να υπηρετήσει στο στρατό. Βέβαια η μουσική δεν χρειαζόταν πια τον Elvis - ήδη είχε αναλάβει καθήκοντα ο φονιάς Jerry Lee Lewis μαζί με τους αλητάμπουρες Eddie Cochran και Gene Vincent - όμως ο βασιλιάς δεν ήταν διατεθειμένος να καταθέσει έτσι εύκολα τα σκήπτρα. Γι΄αυτό καθάρισε δύο ταινίες που μιλούσαν κατευθείαν στον σκληρό πυρήνα των cats - το Kink Creole και το Flaming Star. Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με τα συνηθισμένα μιούζικαλ στα οποία διέπρεψε ο βασιλιάς - εδώ μιλάμε για ταινίες με μπόλικη αλητεία και οριακά «ευτυχισμένο τέλος».

Presley & JonesΣτην πρώτη ταινία (Kink Creole) ο Elvis δουλεύει για να βοηθήσει το γέρο του και πηγαίνει, παράλληλα, σχολείο  - αλλά όταν ο Διευθυντής του λέει ότι δεν πρόκειται να αποφοιτήσει με τα μυαλά που κουβαλάει, αυτός παρατάει το σχολείο. Στη συνέχεια μπλέκεται με τα ρεμάλια των κακόφημων κλαμπ όπου οι φασαρίες είναι καθημερινή υπόθεση, ασχολείται με τη μουσική που τόσο γουστάρει και φυσικά γνωρίζει την κοπέλα. Στο τέλος της ταινίας τον μαχαιρώνουν αλλά τη γλιτώνει στο τσακ. Ο διάλογος ανάμεσα στον Elvis και τον πατέρα του, όταν παρατάει το σχολείο, βγάζει πολλά κιλά τσαμπουκά από έναν βασιλιά που παρέδιδε απρόθυμα το βασίλειό του:

κ. Φίσερ: «Κοίτα γιε μου! Ξέρεις ότι δεν αποβλήθηκες λόγω βαθμών, ο Διευθυντής σου μου είπε ότι αποβλήθηκες λόγω συμπεριφοράς. Μου είπε ότι όποιος διαφωνούσε μαζί σου έτρωγε μια γροθιά στο στόμα. Έτσι σε μεγάλωσα εγώ - να τσακώνεσαι;»

Ντάνυ Φίσερ: «Όχι μπαμπά, δεν με μεγάλωσες έτσι αλλά έχω πάψει να σ΄ακούω! Έχω ξεμείνει από άλλα μάγουλα! Ξέρεις, θυμάμαι μια φορά μπαμπά - δεν θα ήμουνα πάνω από ένα μέτρο - που με πήγες στο τσίρκο. Κατά λάθος έπεσες πάνω σ΄έναν τύπο κι εκείνος γύρισε και σου τράβηξε μια μπουνιά. Σε κοπάνησε μέσα στο στόμα και ξέρεις τι έκανες εσύ; Τίποτα! Τίποτα! Όταν σου ορμάνε μπαμπά, δεν φτάνει να σκύψεις, πρέπει να ορμήσεις κι εσύ! Ίσως να μη μπορείς πλέον, αλλά δε σκοπεύω να γίνω σαν εσένα. Γι΄αυτό πήγαινε εσύ στο σχολείο αν γουστάρεις, εγώ θα πάω να βγάλω κάνα φράγκο».

Στη δεύτερη ταινία του (Flaming Star) ο Elvis υποδύεται έναν μιγάδα (η μητέρα του είναι Ινδιάνα κι ο πατέρας του λευκός) ο οποίος βρίσκεται ανάμεσα στις δυο φυλές όταν ξεσπάνε διαμάχες στην περιοχή. Και βέβαια κανένας δεν τον βλέπει σαν «δικό του» - ο ήρωας σκοτώνεται στο τέλος (έχει βγει βέβαια και εναλλακτικό «ευτυχισμένο τέλος»), αφού έχει αποβληθεί και από τις δύο κοινότητες... Μια ταινία προφητική σχετικά με την πορεία που ακολούθησε στη συνέχεια ο βασιλιάς.

Η παραγωγή ταινιών αναφορικά με το rock'n'roll (μιλάμε για ταινίες της προκοπής - έτσι;) σταμάτησε στις αρχές του΄60. Η ψυχεδελική κουλτούρα κυριάρχησε σ΄εκείνη τη δεκαετία και έδωσε σημαντικά κινηματογραφικά έργα (με τα οποία ελπίζω να ασχοληθώ σε άλλο άρθρο). Το rock'n'roll αποχώρησε από τη μουσική επικαιρότητα αφήνοντας το 'rock' να συνεχίσει τον δρόμο που αυτό ξεκίνησε. Έπρεπε να περάσουν πάνω από 10 χρόνια για να εμφανιστεί ο «κινηματογράφος της νοσταλγίας».

American GraffitiΈπρεπε δηλαδή να φτάσουμε στο 1973 και το American Graffiti του George Lucas. Η ταινία ήταν ένας φόρος τιμής στη γενιά του rock'n'roll, ένα θλιμμένο «αντίο» του σχεδόν 30αρη πλέον σκηνοθέτη σε μια εποχή που είχε περάσει αμετάκλητα. Διαδραματίζεται κατά τη διάρκεια της τελευταίας νύχτας του πρωταγωνιστή (Richard Dreyfuss) πριν αφήσει το σχολείο και την πόλη του για να πάει στο Πανεπιστήμιο. Τελευταία νύχτα, τελευταία βόλτα με τους κολλητούς, τελευταίες φασαρίες με τους άγριους της πόλης, τελευταία μυστηριώδης γυναίκα που ο πρωταγωνιστής ερωτεύεται και το ραδιόφωνο να παίζει όλη τη νύχτα με τον θρυλικό Wolfman Jack στα πλατό - η σκηνή του ξημερώματος που βρίσκει τον πρωταγωνιστή έξω από τον ραδιοφωνικό σταθμό ν΄ανακαλύπτει ότι ο Wolfman είναι λευκός τελικά, αυτή η σκηνή είναι ο επικήδειος μιας χαμένης γενιάς.

Όσο κι αν μοιάζει απίθανο, το κύκνειο άσμα της γενιάς του rock'n'roll γυρίστηκε στην Ελλάδα! Ήταν το 1979 όταν κυκλοφόρησε στους σινεμάδες αυτή η ταινία - Τα κουρέλια Τραγουδάνε Ακόμα. Και ήταν η δεύτερη ταινία του Νίκου Νικολαϊδη, ένας βίαιος αποχαιρετισμός στη γενιά του ’50, μια αναπάντεχη έκρηξη από κάποιους που όλοι τους είχαν ξεγραμμένους. Όπως γράφει η περίληψη της ταινίας: «Πέντε φίλοι - σαραντάρηδες πλέον - εκπρόσωποι της γενιάς του ’50, ξανασυναντιούνται μετά από πολλά χρόνια σιωπής. Ο ένας έρχεται από φυλακή, όπου μπαινοβγαίνει χρόνια, ο άλλος από μια σειρά τυφλών φόνων, ο τρίτος αφήνοντας πίσω του γυναίκα και παιδιά, ο άλλος από την περιπλάνηση και η τελευταία, το κορίτσι της παρέας, σκαστή απ' το τρελοκομείο όπου χρόνια κρύβεται... Μετέωροι όλοι, τυραννισμένοι από άγονους έρωτες, σημαδεμένοι απ' το θάνατο αγαπημένων συνομηλίκων, προδομένοι από την πολιτική των καιρών τους, προσπαθούν - μάταια όμως - να ξαναστήσουν την παλιά συμμορία της εφηβείας τους. Η επανάσταση χάθηκε. Ο καθένας θα τραβήξει τώρα για το δικό του θάνατο, ανοίγοντας έτσι ένα νέο κεφάλαιο στην ιστορία της γενιάς του».

Τα κουρέλια τραγουδάνε ακόμαΗ ταινία σκυλοβρίστηκε τόσο από την αριστερή διανόηση (Β. Ραφαηλίδης), όσο και από τη δεξιά (Χ. Πάρλας) και λατρεύτηκε από το κοινό. Γιατί όλα ήταν εκεί. Το σχόλιο για το rock'n'roll που εμπορευματοποιήθηκε («και ξέρεις πότε χάλασε το πράγμα - όταν εκείνος ο κρετίνος ο Perry Como τραγούδησε τη Glendora»), η διαπίστωση ότι κυνηγάμε ένα όνειρο που ποτέ δεν θα βρούμε («Βέρα είναι το όνομα μιας ηλικίας που χάθηκε για πάντα, γιατί όταν κι εμείς χαθούμε, η δική μου ηλικία, μπορεί νά 'χει το δικό σου όνομα»), ο χαμός των φίλων («γινόταν όλο και πιο ανυπόφορος - τον είχε πειράξει πολύ ο θάνατος δυο φίλων του - κάποιου Κώστα και του Γιώργου του Σουίνγκ») και η διαπίστωση της κατάντιας («Ξέρεις κάτι; Το έχω καταλάβει από χρόνια ότι ζούμε μέσα σ΄έναν εφιάλτη από σκατά»).

Η τελευταία σκηνή της ταινίας, με το Δημήτρη Πολύτιμο να φτάνει καθυστερημένος και να ανάβει τσιγάρο περιμένοντας στα σκαλιά του πεθαμένου σπιτιού όσο ακούγεται το "Johnny Guitar" από την Peggy Lee δεν αφήνει κανένα περιθώριο αμφιβολίας. Ούτε και ελπίδας. Το παραμύθι τελείωσε άβολα.

Το rock'n'roll με γοήτευε από την εποχή που, πιτσιρικάς, χάζευα τον Elvis θεόχοντρο να καταρρέει σε παγκόσμια μετάδοση σ΄εκείνο το σόου στο Λας Βέγκας. Μου φαινόταν απεγνωσμένα τσαμπουκαλίδικο και ανελέητα ευαίσθητο αυτό το μουσικό είδος, γι΄αυτό και δεν έχανα ευκαιρίες να αγοράζω δίσκους ή να βλέπω τις ταινίες που σχετίζονταν μ΄αυτό. Έχω δει σχεδόν τα πάντα - από ταινίες συμμοριών τύπου Wanderers (έπαιζε κι ο Σταλόνε σε ένα τέτοιο), μέχρι όλες τις Γρανίτες από Λεμόνι αν έχεις το θεό σου! Μόνο το Grease δεν κατάφερα ποτέ να δω - μου γύριζε τα άντερα αυτός ο Τραβόλτας.

Λέω λοιπόν σήμερα, που ξεκίνησα να ταξινομώ σημαδιακές ταινίες για τις διαφορετικές εποχές της ροκ μουσικής, ότι αν κάποτε κατέβαινε ένας εξωγήινος και με ρωτούσε να μάθει τι εστί rock'n'roll αυτές τις εφτά ταινίες θα του έδινα - μπας και καταλάβει. Και θα καταλάβαινε μια χαρά - να 'στε σίγουροι...

Tags: Marlon Brando, Vic Morrow, James Dean, Wolfman Jack, Elvis Presley, Νίκος Νικολαΐδης, rock'n'roll, ταινίες




days of wine and roses - home


Sham 69

Soundtrack των ημερών:

  1. Richard Hell and The Voidoids - Blank Generation
  2. Suicide - Johnny
  3. Television - Marquee Moon
  4. Patti Smith - Hey Joe
  5. Sex Pistols - Liar
  6. Stiff Little Fingers - Suspect Device
  7. The Clash - Janie Jones
  8. Sham 69 - If The Kids Are United
  9. Buzzcocks - Boredom
  10. The Stranglers - No More Heroes
  11. The Damned - Eloise
  12. Generation X - Your Generation

Repo Man

Ιδιωτικές προβολές:

  1. John Cassavetes -The Killing of a Chinese Bookie (1976)
  2. Sam Peckinpah - Bring Me The Head of Alfredo Garcia (1974)
  3. Sidney Lumet - Dog Day Afternoon (1975)
  4. Alex Cox - Repo Man (1984)
  5. Emilio Estevez - Wisdom (1986)
  6. Francis Ford Coppola - The Outsiders (1983)
  7. Stephen Frears - Prick Up Your Ears (1987)
  8. István Szabó - Mephisto (1981)
  9. Michael Cimino - The Deer Hunter (1978)
  10. Alan Parker - Birdy (1984)

Antonin Artaud

Το χαρτί που σκοτώνει:

  1. Joseph Heller - Catch 22 (εκδόσεις ΕΚΑΤΗ)
  2. James Robert Baker - Όνειρα από χρώμιο και βινύλιο (εκδόσεις Aquarius)
  3. George Orwell - Κρατήστε σφιχτά τον μικροαστισμό σας (εκδόσεις ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ)
  4. Antonin Artaud - Ο Ηλιογάβαλος (εκδόσεις ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ)
  5. Nick Cave - Η δε όνος είδεν άγγελον (εκδόσεις ΤΥΦΛΟΜΥΓΑ)
  6. Groucho Marx - Κρεβάτια (εκδόσεις ΜΠΑΡΜΠΟΥΝΑΚΗΣ)
  7. Albert Camus - Ο μύθος του Σίσυφου (εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ)
  8. Dick Hebdige - Υποκουλτούρα, το νόημα του στυλ (εκδόσεις ΓΝΩΣΗ)
  9. Δημήτρης Δεληολάνης - Η συμμορία του Τυφλοπόντικα (εκδόσεις ΣΤΟΧΑΣΤΗΣ)
  10. William S. Burroughs - Junky (εκδόσεις ΑΠΟΠΕΙΡΑ)


περισσότερες στήλες